- θερμήν
- θερμόςhotfem acc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Θέρμην — Θέρμη heat fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θέρμην — θέρμα fem acc sg (attic epic ionic) θέρμη heat fem acc sg (attic epic ionic) θέρμω heat pres inf act (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
HYPOCAUSTUM — inter loca, quae non essent intra balneas, sed iis tantum inserviebant, Vitruv. infra laudaudo fuit fornax seu caminata structura subrerranea, Calidario, Calidae lavationi, atquae Vasario (Balnearum partibus) subposita, in qua ad calefaciendum… … Hofmann J. Lexicon universale
VACANS — apud Treb. Pollionem in Balista, c. 17. Triginta Tyrann. gaudens, quod eius consiliô nullum ascriptitium, id est, vacantem, haberet, et Tribunum nullum stipatorem, qui non vere pugnaret. Spartiano vacantivus, in Alexandro Sever. c. 15.… … Hofmann J. Lexicon universale
θερμός — Είδος δοχείου που αποσκοπεί στη διατήρηση της θερμοκρασίας των τροφών ή των υγρών που περιέχει. Αποτελείται από ένα γυάλινο δοχείο με διπλά τοιχώματα, ανάμεσα στα οποία δημιουργείται κενό αέρα, και από ένα προστατευτικό κάλυμμα που το περιβάλλει … Dictionary of Greek
κηκίω — κηκίω, δωρ. τ. κακίω (Α) 1. αναβλύζω, εκρέω, τρέχω άφθονα (α. «θάλασσα δὲ κήκιε πολλὴ ἂν στόμα τε ῥῑνάς τε», Ομ. Οδ. β. «ἐκ βυθοῡ κηκῑον αἷμα», Σοφ.) 2. αναπέμπω («θερμὴν ἔτι κήκιε πόντος ἀϋτμήν», Απολλ. Ρόδ.) 3. μέσ. κηκίομαι (για αίμα) στάζω… … Dictionary of Greek
τίτανος — η, ΝΑ, και τίτανις, άνεως, και κατά τον Ησύχ. τέτανος, Α (λόγιος τ.) ασβέστης («λαβὼν τίτανον θερμὴν φύρασον ὄξει», πάπ.) αρχ. 1. γύψος («τιτάνῳ λευκῷ τ ἐλέφαντι», Ησίοδ.) 2. μαρμαρόσκονη («τιτάνου καταγέμουσα οἷος ἧν ὁ θεῑος, οπότε ξέοι τοὺς… … Dictionary of Greek